Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Η συνεχιζόμενη κρίση στην Ουκρανία επιφυλάσσει απρόβλεπτες συνέπειες

Στο πρόσφατο παρελθόν έχουμε αναφερθεί με πολλές αναρτήσεις για την κρίση στην Ουκρανία, για την προσπάθεια των Αμερικανοσιωνιστών να επεκταθούν μέσω του πραξικοπήματος στο Κίεβο προς τα δυτικά σύνορα της Ρωσίας, την σθεναρή στάση των ρωσόφωνων της Ανατολικής Ουκρανίας εναντίον αυτών των επεκτατικών σχεδίων και την de facto απόσχιση των ανατολικών περιοχών της χώρας αυτής από το Κίεβο.


Μετά την συμφωνία του Μινσκ τον περασμένο Σεπτέμβριο για εφαρμογή εκεχειρίας μεταξύ των ρωσόφωνων και της πραξικοπηματικής κυβέρνησης του Ποροσένκο, η κρίση ουδόλως αποκλιμακώθηκε. Η συμφωνία για κατάπαυση του πυρός καταπατείται σχεδόν καθημερινά από τις ένοπλες δυνάμεις του Κιέβου, οι οποίες προσπαθούν να διεισδύσουν, χωρίς επιτυχία, στις προσαρτηθείσες από τους ρωσόφωνους αυτονομιστές περιοχές του Ντονέτσκ και Λούγκανσκ.

Η κρίση στην Ουκρανία δεν εγκυμονεί κινδύνους από αυτή την δράση των πραξικοπηματιών ή δεν εγκυμονεί κινδύνους μόνο από αυτή την παράτυπη στρατιωτική τους δράση. Υπάρχουν και άλλες αιτίες, που αναφέρονται ακολούθως, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε ευθεία αντιπαράθεση ΝΑΤΟ-Ρωσίας.

Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία, η Ουάσιγκτον και το ΝΑΤΟ αύξησαν την στρατιωτική τους παρουσία στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Ανατολικής Ευρώπης που τώρα ως ανεξάρτητες χώρες είναι μέλη του ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ εξοπλίζουν με βαρέα οπλικά συστήματα το Κίεβο, αλλά και τις Βαλτικές χώρες-μέλη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Ο εξοπλισμός του κατακερματισμένου ουκρανικού στρατού, κατακερματισμένου λόγω της αυτομόλησης χιλιάδων στελεχών του προς τους ρωσόφωνους, μπορεί να οδηγήσει σε αναζωπύρωση του πολέμου στην Ανατολική Ουκρανία. Η αναζωπύρωση αυτή με την ταυτόχρονη συμπαράταξη νατοϊκών δυνάμεων δύναται να επισπεύσει εισβολή ρωσικών δυνάμεων που θα προστρέξουν προς βοήθεια των ρωσόφωνων.

Το ΝΑΤΟ και η Ουάσιγκτον αποφάσισαν την αύξηση της στρατιωτικής τους βοήθειας και προς την Γεωργία, ενώ φαίνεται να κυοφορείται η ένταξη αυτής της χώρας στο ΝΑΤΟ. Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ με δηλώσεις του σηματοδότησε ότι η Γεωργία βαδίζει προς μια ένταξη, η οποία σίγουρα θα επέφερε μια άμεση αντίδραση της Ρωσίας.

Η Ρωσία αντιλαμβάνεται την επιθετική δραστηριότητα του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, στην Γεωργία, αλλά και στις Βαλτικές χώρες ως μια αθέμιτη και παράνομη καταπάτηση της σφαίρας επιρροής της και ως απειλή της εθνικής της ασφάλειας. Βέβαιο είναι ότι η Μόσχα θα αναλάβει δράση εφόσον καταπατηθούν οι κόκκινες γραμμές της. Κόκκινες γραμμές για την Μόσχα είναι η ένταξη της Γεωργίας και της μη ρωσόφωνης Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και η οποιαδήποτε προσπάθεια του Κιέβου να ανακαταλάβει τις ρωσόφωνες ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας.

Η αντίδραση της Ρωσίας στην καταπάτηση αυτών των κόκκινων γραμμών θα είναι ασύμμετρη, δηλαδή δεν θα αντιδράσει μόνο στην Ουκρανία ή την Γεωργία, αλλά και στην Μέση Ανατολή, στην Νοτιοανατολική Ασία, στην Αρκτική και σε περιοχές που πιστεύει ότι έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Στην ρωσική αντίδραση σημαντικό ρόλο θα παίξει, όσον αφορά την πολιτική και οικονομική συνιστώσα πέραν της στρατιωτικής, η ψυχοσύνθεση του ρωσικού λαού ο οποίος έχει πολύ πιο μεγαλύτερη ανοχή για τα ρίσκα μιας στρατιωτικής αναμέτρησης μεταξύ ΝΑΤΟ-Ρωσίας απ’ ότι οι λαοί της δυτικής Ευρώπης ή οι Αμερικανοί.

Εν κατακλείδι η παρούσα συγκρουσιακή κατάσταση στην Ουκρανία μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ-ΗΠΑ εγκυμονεί έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο στρατιωτικής αναμέτρησης με τεράστιες και απρόβλεπτες παγκόσμιες συνέπειες.

Γ. Λιναρδής