Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

Η διαφθορά είναι έγκλημα εναντίον του Έθνους

«Η κακιά κυβερνεία είναι αφορμή που σάπισεν ο κόσμος μας κι όχι επειδή μολεύτη η φύση εντός μας».

Δάντης, Η θεία Κωμωδία, Καθαρτήρι, (μτφρ. Ν. Καζαντζάκης).


Ο D. Rodrick (2013), συζητώντας σχετικά με την «τυραννία» της προσέγγισης της πολιτικής οικονομίας, θέτει μερικές βασικές ερωτήσεις και απαντήσεις: «Γιατί τόσες πολλές βιομηχανίες αποκλείουν τον πραγματικό ανταγωνισμό; Επειδή οι Κυβερνήσεις είναι θύματα των κατεστημένων φορέων που αποκομίζουν τα οφέλη. Γιατί οι Κυβερνήσεις θέτουν φραγμούς στο διεθνές εμπόριο; Επειδή αυτοί που ωφελούνται έχουν συγκεκριμένα συμφέροντα, είναι οργανωμένοι και επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις, ενώ οι καταναλωτές είναι ανοργάνωτοι και χωρίς καμία επιρροή. Γιατί οι πολιτικές ελίτ μπλοκάρουν μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να τονώσουν την οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση; Επειδή η ανάπτυξη και η μεγέθυνση θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την κυριαρχία τους στην πολιτική εξουσία. Γιατί υπάρχουν οικονομικές κρίσεις; Επειδή οι τράπεζες επηρεάζουν τη διαδικασία χάραξης πολιτικής, ώστε να μπορούν να αναλαμβάνουν υπερβολικούς κινδύνους σε βάρος της κοινωνίας. Για να αλλάξουμε τον κόσμο, πρέπει να καταλάβουμε τη λειτουργία του. Και αυτός ο τρόπος ανάλυσης φάνηκε να μας μεταφέρει σε ένα υψηλότερο επίπεδο κατανόησης των οικονομικών και πολιτικών αποτελεσμάτων» (Rodrik, 2013).

Ως διαφθορά ορίζεται η εκμετάλλευση της θέσης ισχύος από ένα άτομο για προσωπικό όφελος.

Σύμφωνα με την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης το 1998 σχετικά με τα δικαιώματα της ιδιωτικής ζωής (Ψήφισμα 1163, σημείο 7), η διαφθορά αποτελεί την κατάχρηση της εξουσίας από πολιτικά κόμματα και αξιωματούχους της Κυβέρνησης, καθώς και από οποιοδήποτε άτομο κατέχει θέσεις δημοσίου και έχει στην διάθεσή του διαχείριση μαζικών πόρων σε ποικίλους τομείς (πολιτική, υγεία, αθλητισμό, τέχνες, παιδεία). Η διαφθορά αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες της ηθικής, κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής κρίσης, η οποία έχει οδηγήσει την χώρα μας στην εξαθλίωση και την εθνική ταπείνωση. Θέτει προσχώματα στην ομαλή λειτουργία του πολιτικού συστήματος, της κοινωνικής ευμάρειας και της οικονομικής ανάπτυξης.

Από το 1981 έως σήμερα, το φαινόμενο της διαφθοράς στην Ελλάδα έχει πάρει διαστάσεις επιδημίας. Από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα μέχρι και σήμερα, πάνω από 150 σκάνδαλα έχουν αποκαλυφτεί και μόνο ελάχιστα οδηγηθήκαν σε δικαστική διαδικασία. Κάποια από αυτά διέγειραν και το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκή Ένωσης, καθώς αφορούσαν υποθέσεις όπου εμπλέκονταν και άλλες χώρες, όπως το σκάνδαλο της Siemens. Είναι φανερό ότι η διαφθορά στην Ελλάδα έχει πλέον στοιχεία διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος (σύμφωνα με το άρθρο 187 και την Σύμβαση του Παλέρμο). Η σημερινή Κυβέρνηση φαίνεται να αδιαφορεί για την καταπολέμησή της. Όπως είχε πει τον Απρίλιο του 1999 ο Σ. Ματθίας, επίτιμος Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, η Δικαιοσύνη στη χώρας μας «είναι και δεν είναι ανεξάρτητη, είναι και δεν είναι αξιόπιστη, είναι και δεν είναι αποτελεσματική».

Είναι αξιοσημείωτο ότι ένα σκάνδαλο δεν έχει μόνο αρνητικές συνέπειες στην οικονομία μια χώρας και στους φορείς ή στον οργανισμό με τον οποίο συνδέεται, αλλά όταν εμπλέκονται αιρετά πρόσωπα τότε υπονομεύεται η ηθική και κοινωνική συνοχή. Οι πράξεις πολιτικών προσώπων που εμπλέκονται σε σκάνδαλα έχουν κοινωνικό αντίκρισμα, όχι μόνο οικονομική διάσταση. Ο αντίκτυπος της διαφθοράς είναι τεράστιος: καταστρέφονται οι ηθικές αξίες και αρχές, υπονομεύεται η Δημοκρατία, διαβρώνονται Ιδρύματα, επηρεάζεται η εθνική οικονομία και παρεμποδίζεται η ανάπτυξη. Η διαφθορά των αξιωματούχων της Κυβέρνησης αποτελεί αρνητικό παράδειγμα προς μίμηση ‒ από τον ιδιωτικό τομέα έως και τον κατώτερο βαθμολογικά δημόσιο υπάλληλο.

Η κατάταξη της Ελλάδας μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τους υψηλότερους δείκτες διαφθοράς και παραοικονομίας καθιστά το φαινόμενο αυτό ιδιαίτερα ενδιαφέρον, κυρίως ως προς τις συνέπειες στην οικονομία. Η διαφθορά έχει αντίκτυπο στην οικονομία: ευνοεί τα μονοπώλια, πλήττει την ανταγωνιστικότητα, ενθαρρύνει την φοροδιαφυγή, αποθαρρύνει τους επενδυτές, έχει αρνητικό αντίκτυπο στην απασχόληση και επιβαρύνει τους φορολογούμενους. Ευνοεί μόνο τους λίγους και υπονομεύει τους ασθενέστερους.

Ο υγιής ανταγωνισμός δέχεται ένα τεράστιο πλήγμα, καθώς κάποιοι μπορούν να δρουν ανενόχλητοι, παραβιάζοντας κανονισμούς και δρώντας εκτός πλαισίου νομικών διατάξεων. Κάτι τέτοιο αποτελεί διάλυση της έννοιας της ισότητας των ευκαιριών. Επίσης, επηρεάζει τον ελεύθερο ανταγωνισμό και την ανάπτυξη της οικονομίας. Οι επενδύσεις αποθαρρύνονται, καθώς το περιβάλλον λειτουργίας στον δημόσιο τομέα και στο πολιτικό σκηνικό είναι αβέβαιο και αναξιόπιστο.

Η ζημιά για την ελληνική οικονομία λόγω της διαφθοράς υπολογίζεται σε 20 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 8% του ΑΕΠ. Με βάση τις παγκόσμιες μετρήσεις της Διεθνούς Διαφάνειας, το 2009 η Ελλάδα βρισκόταν, μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, μεταξύ των πιο διεφθαρμένων χωρών της ΕΕ. Το 2008, η Ελλάδα ήταν στην 57η θέση, το 2009 στην 71η, ενώ το 2013 στην 80η θέση. Τα παραπάνω στοιχεία μαρτυρούν την συνεχόμενη και ιδιαιτέρως αυξανόμενη τάση του φαινομένου στην Ελλάδα (transparency.org, 2013).

Η Διεθνής Διαφάνεια, με βάση τα πορίσματα της παγκόσμιας διαφθοράς, διαπίστωσε τα ακόλουθα όσον αφορά την Ελλάδα:
  • Αύξηση της διαφθοράς τα τελευταία χρόνια.
  • Τα πολιτικά κόμματα παραμένουν στην πρώτη θέση της λίστας των πιο διεφθαρμένων φορέων.
  • Η μικρο-διαφθορά είναι ευρέως διαδεδομένη.
  • Ανεπαρκής εφαρμογή των μέτρων για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
  • Καθυστερήσεις στις προκαταρκτικές έρευνες και στις δικαστικές διαδικασίες.
  •  Μεγάλος αριθμός σκανδάλων διαφθοράς στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Η διαταραγμένη σχέση που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στους πολίτες και τους πολιτικούς οφείλει να αποκατασταθεί. Οι προσπάθειες για περαιτέρω διαφάνεια πρέπει να ενταθούν, έτσι ώστε να λάβει τέλος η διαφθορά που επηρεάζει αρνητικά την πολιτική ζωή της χώρας, υπονομεύοντας την Δημοκρατία και την οικονομική ανάπτυξη. Η διαφάνεια αποτελεί τη βασική αρχή και πρέπει να διέπει την δημόσια ζωή σε ένα Κράτος Δικαίου, το οποίο έχει ως στόχο την διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος.

Η διαφθορά δεν αποτελεί ζήτημα μιας μόνο χώρας, αλλά είναι διεθνές φαινόμενο. Βάσει στατιστικών, η αξία της δωροδοκίας κυμαίνεται ετησίως στο 1 τρισεκατομμύριο ευρώ παγκοσμίως (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2013). Αυτό καθιστά την διαφθορά ιδιαίτερα έντονη και υπονομεύει το μέλλον των κοινωνιών. Η δωροδοκία είναι άμεσα συνυφασμένη με την φτώχεια και την καθυστέρηση της προόδου, στερώντας πόρους που θα έπρεπε να αποτελούν επενδύσεις. Για τον λόγο αυτό, όλοι οι Διεθνείς και Ευρωπαϊκοί Οργανισμοί έχουν θεσπίσει ειδικούς κανόνες για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Τα μέτρα που προτείνονται για χώρες-μέλη είναι προληπτικά και κατασταλτικά, στοχεύοντας στη δημιουργία ενός ισχυρού ενιαίου θεσμικού πλαισίου.

Την διαφθορά μάχεται εδώ και χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο η Μη Κυβερνητική Οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια», ενώ η 9η Δεκεμβρίου έχει οριστεί ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Διαφθοράς. Στις 9 Δεκεμβρίου του 2003, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υιοθέτησε τη Συνθήκη κατά της Διαφθοράς.

Το μήνυμα του Γενικού Γραμματέα τού ΟΗΕ, Μπαν Κι-Μουν, το 2011, αποτελεί ορόσημο ενάντια στην διαφθορά: «Η διαφθορά είναι έγκλημα κατά της Δημοκρατίας [… ] Επίσης, ο ιδιωτικός τομέας, πρόκειται να κερδίσει τα μέγιστα από μια αποτελεσματική δράση. Η διαφθορά διαστρεβλώνει τις αγορές, αυξάνει το κόστος για τις επιχειρήσεις και τελικά, τιμωρεί τους καταναλωτές. Οι εταιρείες μπορούν να δημιουργήσουν μια πιο υγιή παγκόσμια οικονομία μέσα από πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένου του Global Compact των Ηνωμένων Εθνών» (UNRIC, 2011).
Ευγενία Χρήστου Γερμενή