Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

Η δήθεν ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα

Ένα μεγάλο θέμα, αφορμή πολλών παρεξηγήσεων ή καλύτερα εσκεμμένων παρερμηνειών είναι το θέμα της δήθεν ανοχής στην ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα.
  Λόγω και του....lougr-parade στις αιχμάλωτες από τους λαθροδημάρχους πόλεις μας, ξεκινάμε σήμερα μια σειρά άρθρων για το εν λόγω ζήτημα, με σκοπό την οριστική αποσαφήνιση τόσο των ηθών όσο και του νομικού πλαισίου.

Έχουν γραφεί χιλιάδες σελίδες, έχουν ειπωθεί αμέτρητοι λόγοι, τις περισσότερες φορές δίχως την παραμικρή αλήθεια, σχεδόν πάντα ερμηνεύοντας εσφαλμένα συγκεκριμένες φιλοσοφικές τοποθετήσεις. Θα πρέπει ευθύς εξαρχής να ξεκαθαρίσουμε κάτι πολύ βασικό. Οι σημερινές έννοιες «ομοφυλοφιλία», «ομοφυλόφιλος» και «ετεροφυλόφιλος» δεν υφίσταντο για τους αρχαίους Έλληνες. Και πώς θα μπορούσαν εξάλλου να υπήρχαν τέτοιοι χαρακτηρισμοί σ' ένα κατ' εξοχήν φυσιολατρικό και φυσιοκεντρικό πολιτισμό (με την ευρύτερη έννοια της λέξεως Φύσις ως το Σύνολο, ως το Εν, το αρμονικό, το αιώνιο, το άφθαρτο) ή σε μια κοινωνία όπου η «αιδώς» δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας -απαγορευμένης ή μη- «διαφωτίσεως» ούτε αποτέλεσμα κάποιας αόριστης, εμβόλιμης και κατασκευασμένης αμαρτίας.
Όχι βέβαια.

Σε μια κοινωνία όπου το αίσθημα της αιδούς εθεωρείτο έμφυτο στον άνθρωπο, συσχετιζόμενο με την συμπαντική τάξη και αρμονία αλλά που συγχρόνως και καλλιεργείτο με την παιδεία, σε μια κοινωνία όπου η ατομική τιμή ή υπόληψη και το προσωπικό συμφέρον καθωρίζετο από το συμφέρον της Πόλεως -και συνάμα εταυτίζετο με αυτό- ήταν αδιανόητο να επινοηθούν έννοιες που εμπεριείχαν και υιοθετούσαν α-φύσικες συμπεριφορές, συμπεριφορές που ουσιαστικά καταργούσαν την κοσμική τάξη των πραγμάτων.


Όλα τα ανωτέρω, από την άλλη, ίσως φαντάζονται περίεργα για μια κοινωνία που είχε δημιουργήσει τον θεσμό της δημοκρατίας και όπου το δικαίωμα σε μια άλλη, διαφορετική άποψη ήταν κατοχυρωμένο. Όμως εδώ κυριαρχεί το πρόβλημα της αλλοιώσεως των λέξεων και κατ' επέκταση των εννοιών μια που σήμερα ταυτίζουμε, ασυνείδητα ίσως, το δικαίωμα της ελεύθερης εκφράσεως, την ελευθερία εν γένει, με την δίχως όρια αυθαιρεσία.

Οι απόψεις των Ελλήνων, όπως εκφράστηκαν μέσα από τις διάφορες φιλοσοφικές σχολές, αποσκοπούσαν κύρια στην ερμηνεία των πραγμάτων. Η βάση, η Ηθική βάση πάντα υπήρχε και πάνω σε αυτήν την Ηθική κτίστηκε το οικοδόμημα της Ελληνικής Φιλοσοφικής Σκέψεως. Δεν υπήρχε αμφισβήτηση της Ηθικής. Αντιθέτως σήμερα, οι «άλλες απόψεις» αποσκοπούν στην δικαιολόγηση συμπεριφορών και ενεργειών που θα ήταν απορριπτέες από τους Έλληνες ως μη Ηθικές - με την αρχαιοελληνική βέβαια ματιά της Ηθικής. (Φυσικά δεν γίνεται λόγος για τα διάφορα εκφυλιστικά, αλαζονικά φαινόμενα που έκαναν την εμφάνισή τους την περίοδο παρακμής των Ελλήνων και που, καθόλου περίεργα, πολλοί μελετητές παίρνουν εκείνες τις τάσεις, όχι ως εκφυλιστικές αλλά ως καθιερωμένες και ενδεικτικές).
Ο Πλάτων, και πιο συγκεκριμένα, το έργο του «Συμπόσιο», αποτελεί ουσιαστικά το μέγα επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι οι Έλληνες ήσαν στην πλειοψηφία τους ομοφυλόφιλοι ή και παιδεραστές.
Θα ξεκινήσουμε την πορεία μας προς την ορθή ερμηνεία και κατανόηση του ζητήματος περί ομοφυλοφιλίας στην Αρχαία Ελλάδα, με την παράθεση της νομοθεσίας.

Νομοθεσία

Είναι εντυπωσιακό πως η σημερινή κοινωνία μας, αν και δεν διαθέτει κανέναν νόμο κατά της ομοφυλοφιλίας, αντιθέτως διαθέτει τρομακτικές ανοχές σε σημείο μάλιστα που σε πολλά μέρη του κόσμου επιτρέπονται και οι γάμοι μεταξύ των ανδρών, εντούτοις θεωρείται -κυρίως από τους κατηγόρους της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας- ότι αποτελεί μια ηθικότατη κοινωνία .
Αντιθέτως, η αρχαία Ελληνική κοινωνία, θεωρείται έκφυλη και ακόλαστη, ενώ διέθετε αυστηρούς, αυστηρότατους νόμους κατά της ομοφυλοφιλίας και προέβλεπε σκληρότατες ποινές σε όσους διέπρατταν τον παρα-φύσιν έρωτα - όπως αποκαλεί την ομοφυλοφιλία ο Πλάτων στους «Νόμους».


Το γεγονός ότι υπήρχαν νόμοι κατά της ομοφυλοφιλίας στην τότε κοινωνία, σαφώς υποδεικνύει υπήρχαν ομοφυλόφιλοι. (Σημείωση: Με τον όρο ομοφυλοφιλία εννοείται ο παρα-φύσιν έρωτας).

Όπως σε κάθε κοινωνία, όπως σε κάθε εποχή. Θα έλεγα μάλιστα, ότι συμπερασματικά -από τα κείμενα που έχουν διασωθεί- το ποσοστό των αποκαλουμένων κιναίδων ήταν πολύ μικρότερο από το αντίστοιχο ποσοστό στην σημερινή κοινωνία. Τις κύριες πηγές για την νομοθεσία αποτελούν αναφορές του Δημοσθένους, του Αριστοτέλους, του Ξενοφώντος και άλλων πολλών συγγραφέων.
Όμως στον «Κατά Τιμάρχου» λόγο του Αισχίνου, έχουμε την πλήρη καταγραφή των σχετικών νόμων.

Πριν όμως αναφέρουμε τους νόμους όπως είναι γραμμένοι στο κείμενο, ας πούμε λίγα λόγια για την υπόθεση «Κατά Τιμάρχου», γιατί και από μόνη της, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ο Δημοσθένης και ο Τίμαρχος, το 345 προ της απαρχής της χριστιανικής χρονολογήσεως, κατηγόρησαν τον Αισχίνη δια «γραφήν παραπρεσβείας», δηλαδή τον κατηγόρησαν ότι ως πρεσβευτής των Αθηναίων, δωροδοκήθηκε από τον Φίλιππο και ενήργησε κατά τρόπον βλαβερόν για την Αθήνα.
Και συγκεκριμένα όταν ο Φίλιππος, παραβιάζοντας την συμφωνία του με τους Αθηναίους, επετέθη εναντίον των Φωκαέων.

Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο κάθε Αθηναίος, επιφορτισμένος με δημόσια υπηρεσία, άρα και οι πρεσβευτές, ήταν υποχρεωμένος εντός τριάντα ημερών από το πέρας της αποστολής του ή της επιστροφής του, να λογοδοτήσει για την δράση του αλλά και να δικαιολογήσει το πώς χρησιμοποίησε το δημόσιο χρήμα που η Πόλις του εμπιστεύθηκε.
Ο Δημοσθένης λοιπόν μαζί με τον Τίμαρχο -που παρουσιάζονταν ως ο κύριος μηνυτής- κατηγόρησε τον Αισχίνη ότι δεν εξετέλεσε πιστά το καθήκον του ως πρεσβευτής των Αθηνών και κατά συνέπεια πρόδωσε το συμφέρον της πόλεως. Θα πρέπει να έχουμε υπ' όψη μας -για το συγκεκριμένο θέμα- πως ενώ ο Αισχίνης ήταν φιλο-μακεδών, ο Δημοσθένης υπήρξε ανέκαθεν αντίπαλος των Μακεδόνων)
.
Ο Αισχίνης αμέσως προσπάθησε να επιβραδύνει μια επικίνδυνη γι' αυτόν, δίκη. Έτσι, χρησιμοποίησε την «αντιγραφήν», προέβαλε δηλαδή, ζήτημα το οποίο έπρεπε να εξετασθεί προ της εκδικάσεως της εναντίων του δίκης.



Κατηγόρησε λοιπόν ο Αισχίνης τον Τίμαρχο ως «ηταιρηκότα» δηλαδή ότι διάγει βίον ανήθικο και ότι σπατάλησε την πατρική του περιουσία. Κατηγορίες, που αν απεδεικνύοντο αφαιρούσαν από τον ένοχο το δικαίωμα του «ομιλείν δημοσίως» τόσο εις στα δικαστήρια όσο και στις συνελεύσεις του Δήμου. Πράγματι, ο Αισχίνης κέρδισε την δίκη και έτσι απεσύρθη η κατηγορία της παραπρεσβείας εναντίον του - τουλάχιστον στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Ο Τίμαρχος, ο οποίος καταδικάστηκε για ομοφυλοφιλία και για το ότι συζούσε με άλλους άνδρες, έχασε το ύψιστο δικαίωμα του δημοσίου βήματος.
Οι νομικές διατάξεις που ρυθμίζουν τις διάφορες μορφές ομοφυλόφιλης συμπεριφοράς μπορούν να ενταχθούν σε τρεις κατηγορίες:

Α) Νόμοι που αφορούν την πορνεία
Β) Νόμοι που αφορούν στην εκπαίδευση και την ερωτοτροπία
Γ) Γενικές διατάξεις που σχετίζονται με την σεξουαλική κακοποίηση.

Τέλος 1ου μέρους.

ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ 67